Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
πρωτοπορία — Ο όρος αναφέρεται γενικά σε λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά κινήματα που καινοτομούν τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στη μορφή. Στον 19o αι. η π. (avant garde) είχε έννοια πολιτική και σήμαινε τα ρεύματα και τις ομάδες της Aριστεράς. Μόνο στις αρχές… … Dictionary of Greek
Μπλάουερ Ράιτερ — (γερμ. Blauer Reiter = Γαλάζιος Καβαλάρης). Καλλιτεχνικό κίνημα που εμφανίστηκε στη Γερμανία το 1911 με πρωταγωνιστές τους Βασίλι Καντίνσκι και Φραντς Μαρκ και έτεινε ουσιαστικά στη σύνθεση των τεχνών. Στο κίνημα προσχώρησαν ο Άουγκουστ Μάκε, ο… … Dictionary of Greek
εξπρεσιονισμός — Καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό κίνημα. Εκδηλώθηκε στη Γερμανία από το 1910 έως το 1925 και αντιπροσωπεύει τη γερμανική παραλλαγή της μεγάλης ευρωπαϊκής επανάστασης της πρωτοπορίας. Τον όρο ε. χρησιμοποίησε πρώτη φορά το 1901 στη Γαλλία ο ζωγράφος… … Dictionary of Greek
άμορφη τέχνη — Ο όρος αναφέρεται στο ρεύμα που αρνείται τις θεωρητικές θέσεις της αφηρημένης τέχνης και γενικότερα την υποταγή του καλλιτεχνικού έργου σε οποιονδήποτε μορφολογικό προγραμματισμό. Σε θεωρητικό επίπεδο, υιοθετείται η απουσία κάθε περιορισμού, με… … Dictionary of Greek
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
Κλέε, Πάουλ — (Paul Κlee, Μίνχεμπουχζεε, Βέρνη 1879 – Μουράλτο, Λοκάρνο 1940). Ελβετός ζωγράφος. Συγκαταλέγεται μεταξύ των πρωτοπόρων της μοντέρνας ζωγραφικής. Το έργο του χαρακτηρίζεται από τις λεπτές και ενίοτε ειρωνικές μορφές της ζωγραφικής και των σχεδίων … Dictionary of Greek
Φάινινγκερ, Λάιονελ — (Feininger, Νέα Υόρκη 1871 – 1956). Αμερικανός ζωγράφος. Ανήκε σε οικογένεια μουσικών γερμανικής καταγωγής και το 1887 εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη. Η ζωγραφική δραστηριότητά του, που άρχισε το 1907, διαμορφώθηκε μεταξύ του 1909 και του 1913 στο… … Dictionary of Greek
Χάρτουνγκ, Χανς — (Hartung, Λειψία 1904). Γερμανός ζωγράφος. Σπούδασε στις Ακαδημίες Καλών Τεχνών της Βασιλείας, της Λειψίας και της Δρέσδης, αλλά, περισσότερο από τις σχολές, τον καλλιτεχνικό προσανατολισμό του επηρέασαν οι εξπρεσιονιστές Φραντς Μαρκ και… … Dictionary of Greek